Τρίτη 25 Ιουλίου 2023

Μιχάλης Ε. Πατέλης, Χώροι λατρείας των Ελληνορθόδοξων της Ανατολικής Θράκης, πριν τη μεγάλη Έξοδο, Εκδόσεις Blueowl, Αλεξανδρούπολη 2019, σ.σ. 160. Βιβλιοκρισία

Οι τετρακόσιες χιλιάδες περίπου ελληνορθόδοξοι κάτοικοι που κατοικούσαν στην Ανατολική Θράκη πριν το 1922 είχαν βέβαια τα δικά τους ιερά προσκυνήματα και τους δικούς τους καθαγιασμένους χώρους, οι οποίοι απέμειναν κενοί ή καταστράφηκαν μετά την αποχώρηση των Ελλήνων από την Ανατολική Θράκη. Βέβαια, η Ανατολική Θράκη ήταν κατάσπαρτη εκτός από τα θρησκευτικά μνημεία της ακμής του Ελληνισμού από τον 18ο αιώνα και με πληθώρα βυζαντινών κτισμάτων στις πόλεις και στην περιφέρειά τους, όπως και μεγάλων διαστάσεων οχυρωματικά έργα. Σήμερα, μετά την έλευση των Γιουρούκων Τούρκων και τις περιπέτειες της Θράκης κατά τους επόμενους αιώνες, η ανάμνηση του βυζαντινού παρελθόντος δεν στηρίζεται μόνο σε μνημειώδη έργα από τα οποία υπάρχουν λίγα στη Συλήβρια, την Αδριανούπολη, την Αίνο, τη Γέννα και διάφορους άλλους ξεχασμένους τόπους, αλλά μπορεί να στηριχθεί στα πάμπολλα ταπεινά ιερά κτίσματα και στους δρόμους, τις κρήνες, τα αγιάσματα, τα τείχη και τους πύργους που φέρουν ελληνικά στοιχεία και ανήκουν στους μακρείς αιώνες του Βυζαντίου.

 Η Θράκη αποτελεί το προαύλιο της Κωνσταντινούπολης και βέβαια, αυτό έχει μεγάλη οικονομική σημασία. Η Ανατολική Θράκη, εξυπηρετείται από τις πασίγνωστες πύλες των τειχών της Κωνσταντινούπολης, δηλαδή την πύλη της Αδριανούπολης και την πύλη της Συλήβριας. Σύμφωνα με την έρευνα του συγγραφέα, η Ανατολική Θράκη διαθέτει πλήθος από εγκαταλειμμένες εκκλησίες, μοναστήρια, αγιάσματα και ιερούς χώρους που είναι σε κατάσταση ερειπιώδη. Κάθε πόλη και μικρό χωριό από τα εκατοντάδες της Θράκης διέθετε τις δικές του εκκλησίες και τους δικούς του καθηγιασμένους χώρους. Μεγάλος αριθμός από αυτά τα μνημεία ανήκουν στις δεκαετίες του 19ου αιώνα, όταν ο Ελληνισμός γνώρισε πρωτοφανή άνοδο και ανάπτυξη.

 Ο ακαταπόνητος συγγραφέας εντόπισε 1.040 ναούς, μονές, ναΐσκους, παρεκκλήσια και αγιάσματα. Αυτό είναι ένα μέρος από την επί τόπου έρευνα του συγγραφέα που έγινε σε συνδυασμό με ταξίδια στην Ανατολική Θράκη και την Κωνσταντινούπολη.  Χρειάστηκαν δεκάδες ταξίδια για την πραγματοποίηση του έργου αυτού. Το βιβλίο περιέχει πίνακα των εκκλησιών και ιερών χώρων λατρείας με πολλές λεπτομέρειες. Ο πίνακας αυτός μπορεί να βοηθήσει καθοριστικά τον μέλλοντα μελετητή. Ο συγγραφέας συγκεντρώνει όλες τις λεπτομέρειες και στοιχεία που είναι σε θέση να εντοπίσει. Εκτός από την επιτόπου έρευνα των καταλοίπων ο συγγραφέας προσέφυγε και σε ιστορικές πηγές μέσα από τις οποίες εντόπισε ιστορικές τοποθεσίες που φρόντισε να επισκεφθεί με την ελπίδα της ανακάλυψης ιστορικού υλικού. Ο συγγραφέας τράβηξε πληθώρα φωτογραφιών χωρίς όμως να κάνει επιστημονική ανάλυση ή επιστημονική αποτύπωση των μνημείων. Αυτό θα ήταν βέβαια ένα τεράστιο έργο. Ωστόσο, η παράθεση στοιχείων και λεπτομερειών τεκμηριώνεται φτωχά.  Σχετικά αναφέρουμε ότι στο εξώφυλλο του βιβλίου εικονίζεται βυζαντινό σύνθρονο σε εκκλησία για την οποία δεν αναφέρεται ποια εκκλησία είναι.

 Ο συγγραφέας περιορίζεται στην ιστοριοδιφική ανάλυση των στοιχείων. Δεν είναι επιστήμων ιστορικός, διαθέτει όμως το σθένος και το μεράκι να διερευνήσει ό,τι τον συγκινεί και τον συνδέει με το ιστορικό παρελθόν.  Αφήνεται έτσι ένα τεράστιο πεδίο έρευνας για τους Έλληνες και Τούρκους βυζαντινολόγους. Γίνεται όμως η αρχή και για τη μελέτη ενός άγνωστου χώρου πριν οι θύελλες που μας απειλούν καταστρέψουν ό,τι παρέμεινε από ένα άγνωστο παρελθόν μιας ελληνικής χώρας.

 Η εκτύπωση του βιβλίου είναι πολύ καλή και τα εικονικά στοιχεία άφθονα. Υπάρχουν ενδιαφέρουσες παλιές φωτογραφίες που δίνουν ένα μέτρο της πολιτισμικής καταστροφής που υπέστησαν παράλληλα με την εκδίωξή τους οι ελληνικές κοινότητες της πάλαι ποτέ Ελληνικής Ανατολής. Οι φωτογραφίες και οι κτητορικές λεπτομέρειες που συγκεντρώνει ο κύριος Πατέλης, αποδεικνύουν την κατακόρυφη άνοδο των ελληνικών κοινοτήτων από τις αρχές του 19ου αιώνα, που φθάνουν μαζί με τους Αρμενίους, στα μέσα του αιώνα, να αποτελούν την αστική τάξη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.

 Το βιβλίο τυπώθηκε με μορφή λευκώματος σε διαστάσεις 20,5x29 εκ. διαστάσεις που το καθιστούν δύσχρηστο αφού δεν έχει σκληρά εξώφυλλα. Άλλωστε δεν υπήρχε λόγος για μια τέτοια επιλογή, αφού δεν υπάρχουν ολοσέλιδες φωτογραφίες και η κάθε σελίδα έχει δύο (2) φωτογραφίες.

Είναι τέλος, συγκινητική η αφοσίωση και η λαχτάρα του συγγραφέα να ερευνήσει και να καταγράψει μια ξεχασμένη πραγματικότητα. Παρά τις ελλείψεις του, ο συγγραφέας λειτουργεί ως δημιουργός ενός παρελθόντος κόσμου, ο οποίος δίδει το δικαίωμα σε όποιον μιλάει ελληνικά, να αναστήσει τον απολεσθέντα κόσμο της δύσμοιρης Θράκης.