Σύμφωνα με τη μυθολογία των χαντίθ ο σημερινός κόσμος προορίζεται για συμμετοχή στη μουσουλμανική θρησκεία και εξαφάνιση ως κόσμος των απίστων. Αυτή είναι η μοίρα του χριστιανικού κόσμου. Σύμφωνα με τη μυθολογία των χαντίθ του Κορανίου, ο κόσμος των απίστων προορίζεται για συμμετοχή στη μουσουλμανική θρησκεία και εξαφάνιση με τη μορφή που έχει. Ο μουσουλμανικός κόσμος προορίζεται για την καθολική συμμετοχή του, μέσω της μυθολογίας των χαντίθ που είναι κανονιστικές γεμάτος διαστάσεις, που επιβάλλουν η εξόντωση και την επιβολή επί των απίστων.
Η εξαφάνιση
του χριστιανικού κόσμου θα γίνει με το σπαθί και τα όπλα. Η μέρα αυτή είναι
αναπόφευκτη. Ήδη στον ευρύτερο κόσμο κατοικούν ενάμιση δισεκατομμύριο
μουσουλμάνοι, οι οποίοι έχουν σαφή αντίληψη της ταυτότητάς τους. Είναι λοιπόν
αναπόφευκτη η συνείδηση μιας ταυτότητας, που είναι μη αναστρέψιμη.
Μία
εφιαλτική προοπτική για τη δορυφοροποίηση της Ελλάδας είναι η υποταγή στα
διαμορφούμενα χαλιφάτα της Κωνσταντινούπολης και της Κεντρικής Ασίας. Ήδη μία
χαντίθ από το Κοράνι, μιλά ανοικτά για
την κατάκτηση της Ρώμης και για κατακτήσεις που θα γίνουν στην Ευρώπη.
Η σύγχρονη
αφύπνηση του Ισλάμ, σε παγκόσμιο επίπεδο, ομιλεί για την ανασύσταση του
χαλιφάτου και δίνει μία σκοτεινή εικόνα για το μέλλον του σύγχρονου
κόσμου. Άλλωστε, χωρίς το χαλιφάτο, ο
σύγχρονος κόσμος είναι πολύ φτωχός για να στεγάσει τους πιστούς από τη Δυτική
Ευρώπη στον Αραβικό κόσμο και στις απέραντες εκτάσεις των ερήμων και της
Κεντρικής Ασίας. Το χαλιφάτο των πτωχών εμφανίζεται στις πρώην εκτάσεις τις
ελεγχόμενες από τον Τρίτο Κόσμο, όπως αυτός έχει δημιουργηθεί κατά τη διάρκεια
της ανόδου των πτωχών με την βιομηχανοποίηση και φτωχοποίηση των μαζών του
λεγόμενου Τρίτου Κόσμου.
Η
δορυφοροποίηση της Ελλάδας
Υποθέτουμε
ότι τα μελλοντικά χρόνια η Ελλάδα θα περιπέσει σε μία κατάσταση δορυφοροποίησης
από την Τουρκία, όπως περιγράφεται στο κεφάλαιο: «Η
συνύπαρξή μας με τους Τούρκους στην Ευρωπαϊκή Ένωση», του βιβλίου μας του
2003 «Από την Κωνσταντινούπολη στη
Ραιδεστό – Σε αναζήτηση της νεοελληνικής ταυτότητας», σελ. 213.
Η συνύπαρξή μας με τους Τούρκους στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Η ισορροπία με τους Τούρκους φαίνεται αδύνατη, ακριβώς λόγω
της ορμέμφυτης προδιάθεσης των Τούρκων για κατάκτηση και επιβολή. Αν μπορούμε
να μιλήσουμε για δίκαιο, αυτό είναι με το μέρος μας. Στη χιλιόχρονη αντιπαράθεσή μας με το εξαιρετικής
βιολογικής δύναμης τουρκικό έθνος δεν υπάρχει σχεδόν τίποτε το αξιόμεμπτο στη
στάση του ελληνικού λαού. Ούτε η ιστορία της Αυτοκρατορίας μας, με την έντονη αίσθηση
του πολιτιστικού χρέους μετά τη μεσοβυζαντινή εποχή και την έλλειψη κατακτητικής
και επεκτατικής διάθεσης, ούτε οι πρόσφατοι απελευθερωτικοί μας πόλεμοι έχουν επιλήψιμο
χαρακτήρα. Αν και η ιστορία φαίνεται να είναι χωρίς νόημα, η ηθική στάση παραμένει
μία αξία. Ο εθνικός μας εγωϊσμός, που γι' αυτόν μας κατηγορούν οι Τούρκοι, είναι
η συναίσθηση της πολιτιστικής βαρύτητας και η πικρία των αδικημένων, που δεν μπορούν
να εξηγήσουν και να αποδεχθούν τον θρίαμβο της τυφλής βίας. Κατά τον πατέρα των
Ελλήνων, αυτοκράτορα της Νίκαιας, Ιωάννη Δούκα Βατάτζη: "τα δικαιώματά μας είναι αμετακίνητα με του Θεού τη χάρη, κι' ας
μας έδιωξαν με τη βία από τον τόπο μας".
Βέβαια, το δίκαιο δεν έχει πρακτική σημασία στα προβλήματα αυτά, αλλά τουλάχιστον
συντηρεί το φρόνημά μας ασυναίσθητα.
Η αντιπαράθεσή μας με τους Τούρκους έλαβε μέσα στη χιλιόχρονη
ιστορία της ένα νομοτελειακό χαρακτήρα. Τι είναι αυτό που θα σταματήσει τη διαχρονική
κίνηση των Τούρκων προς τη Δύση, που στο δρόμο της βρίσκονται οι Έλληνες, και
πως θα λήξει η πίεση που οι Τούρκοι ασκούν προς τον ελληνικό χώρο ; το να εξορκίζουμε
το συχνά αφόρητο αυτό πεπρωμένο με οράματα συνεργασίας ή πολιτισμικής μετάλλαξης
των Τούρκων δεν είναι παρά ασυνείδητες φυγομαχίες. Αρνούμενοι και μη κατανοώντες
την πραγματικότητα αγνοούμε την τραγικότητα του Ελληνικού. Λίγοι ιστορικοί λαοί,
όπως οι Ιρανοί ή οι Αρμένιοι, έζησαν και επιβίωσαν για αιώνες με ανάλογη τραγικότητα.
Η
διαφορά μας με τους Τούρκους είναι ουσιαστικά πολιτισμική, αφού οι συμπεριφορές
των δύο λαών έχουν κανόνες και όρια που επιβάλλουν οι διαφορετικές πολιτισμικές
καταβολές. Είναι χαρακτηριστική η συμπεριφορά των δύο λαών προς τις αντίστοιχες
μειονότητες που παρέμειναν, μετά τη Συνθήκη της Λωζάννης το 1923, στη Δυτική
Θράκη και στην Κωνσταντινούπολη, την Ίμβρο και την Τένεδο. Όπως είναι χαρακτηριστική
η αμηχανία της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής: μπροστά σε μία ακλόνητη Τουρκία,
που αρνείται κάθε μετριοπάθεια, εμείς παλινδρομούμε, ελπίζοντας να βρούμε
σωτηρία στην ανάπτυξη των ευρωτουρκικών σχέσεων και σε ένα κλίμα κατανόησης.
στην
αντιπαράθεσή μας με την Τουρκία πρέπει πάντα, εκτός από την ουσιαστική
πολιτισμική μας διαφορά, να έχουμε δύο στοιχεία κατά νου: τον ιδιαίτερο ψυχισμό
και τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν αυτοί που κυβερνούν τη χώρα αυτή και την εξαιρετική
γεωπολιτική της βαρύτητα.
Η τουρκική πολιτικοστρατιωτική ηγεσία βρίσκεται πράγματι σε τραγική
θέση, αφού όλες οι πολιτικές επιλογές της οδηγούν σε ανάδυση αναπόφευκτων
προβλημάτων. Ο πυρήνας που δυνάμει εκκολάπτει την τουρκική προβληματικότητα είναι
η έλλειψη κοινωνικής και εθνικής συνοχής στην άκρως εθνικιστική αυτή χώρα. Η διαρθρωτική προσέγγιση της τουρκικής
πραγματικότητας προς την κοινοβουλευτική δημοκρατία και την ανοικτή κοινωνία, θα
οδηγήσει αναπόφευκτα σε διατύπωση αιτημάτων και ανάδυση προκλήσεων, που το τουρκικό
κατεστημένο δεν επιθυμεί και δεν είναι ικανό να αντιμετωπίσει. Έτσι, καλλιεργείται
η ψυχολογία της πολιορκίας και η μεγαλοϊδεατική πολιτική της περιφερειακής
δύναμης. Κανείς στην Τουρκία δεν επιθυμεί και δεν τολμά να αντικρίσει την πραγματικότητα
που βοά, δηλαδή το ότι η Τουρκία απειλείται κυρίως από τον εαυτό της. Αντίθετα,
επιβιώνει ο φόβος των Νεοτούρκων ότι οι Έλληνες θα αποκαταστήσουν την επιρροή
τους στην Ανατολική Μεσόγειο και θα κυριαρχήσουν στην Ανατολή. Ο εφιάλτης του διαμελισμού
και η δήθεν επιθετική διάθεση της Ελλάδας, ξεκινούν από τις νοοτροπίες, τις πολιτικές
και τις δράσεις της ίδιας της Τουρκίας. Τα προβλήματα με την Ελλάδα, για παράδειγμα,
η οποία στο τουρκικό υποσυνείδητο παίζει τον ρόλο της απειλής που συσπειρώνει,
ξεκινούν από το απλό γεγονός ότι η τουρκική ηγεσία, εκμεταλλευόμενη τη γεωπολιτική
του Ανατολικού Ζητήματος, θεωρεί απαράδεκτη την παρουσία της Ελλάδας στην Ανατολική
Μεσόγειο, ενώ εξασκεί μία μεσοπολεμικού χαρακτήρα αναθεωρητική πολιτική στο Αιγαίο.
Ταυτόχρονα, η ίδια η τουρκική άρχουσα στρατογραφειοκρατία, επιδιώκει την επικίνδυνη
αναβάθμιση της χώρας της σε περιφερειακή ρυθμιστική δύναμη. Τι σημαίνει αυτό
για την Ελλάδα ;
Μπορεί να υπάρξει ελληνοτουρκική φιλία όταν θριαμβεύουν τέτοιες
νοοτροπίες, που αρνούνται τα ελληνικά λογικά και νόμιμα δικαιώματα και θέλουν
την Ελλάδα χώρα μειωμένης εθνικής κυριαρχίας; Η Ελλάδα θεωρείται ως μία χώρα,
που λόγω μεγέθους και ιστορικού παρελθόντος, θα πρέπει να συμπεριφέρεται ως
δορυφόρος της Τουρκίας. Αυτές οι στάσεις της τουρκικής ηγεσίας είναι ανεξάρτητες
από το εκλογικό σώμα και την κοινή γνώμη της Τουρκίας, που χειραγωγούνται ανάλογα
ή αγνοούνται.
Τα πλέγματα αυτά ενισχύονται από την άρνηση των Δυτικών να δεχθούν
την Ελλάδα ως εταίρο του Ανατολικού Ζητήματος και την επιθυμία τους να ενισχύσουν
την Τουρκία με κάθε τρόπο.
Είναι έτσι, δύσκολο να φανταστούμε, πως τέτοιες στάσεις και ψυχισμοί
μπορούν να συμβιβαστούν με την Ενωμένη Ευρώπη της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας,
των ανοικτών κοινωνιών, των μη διεκδικητικών εθνών και της ελεύθερης διακίνησης
των πολιτών.
Η
συμμετοχή της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, στην οποία εμείς, έτσι κι' αλλιώς,
είμαστε μέλος, οφείλει να μας βρεί απολύτως αντίθετους. Ακόμη και η, μη ορατή σήμερα,
εμφάνιση μιας αντίληψης στην Τουρκία, που θα υποδεικνύει τη συνδιαλλαγή με τους
Έλληνες, διαπιστώνοντας τη σημασία της Ελλάδας στην ευρωπαϊκή πορεία της Τουρκίας,
δεν θα πρέπει να μας κάνει πρόθυμους να βοηθήσουμε την είσοδο της χώρας αυτής
στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Η ιδέα του ευρωπαϊκού προσανατολισμού της Τουρκίας, που θα αμβλύνει
την τουρκική επιθετικότητα και θα οδηγήσει σε λήξη την αντιπαράθεσή μας με τη χώρα
αυτή, είναι μία δική μας αυταπάτη. Αν χρειαζόμαστε βοήθεια και συμμάχους στη φάση
αυτή της αντιπαράθεσής μας, ίσως θα πρέπει να επιδιώξουμε να γίνουμε και πάλι
το ευρωπαϊκό σύνορο, δηλαδή ένας προμαχώνας-ανάχωμα προς την Ανατολή και την Ασία.
Η σύγκρουση της Δύσης με τον ισλαμικό κόσμο οδηγεί προς μία τέτοια επιλογή. Η ευρωπαϊκή
κοινή γνώμη, παρά τις διαφορές μας και τη δυσπιστία της, θεωρούσε και θεωρεί
τον ελληνικό χώρο ως σύνορο της Ευρώπης και έτσι πρέπει να παραμείνουμε. Η
Τουρκία είναι μία ασιατική χώρα και η ενδεχόμενη είσοδός της στην Ευρωπαϊκή Ένωση
θα είναι μία τερατογονία.
Είναι πιθανό ότι το ενδεχόμενο άνοιγμα των συνόρων με την Τουρκία
θα γεφυρώσει ξανά το Αιγαίο και θα μας φέρει, για μία ακόμη φορά, στην Ανατολή,
σε γεωγραφικούς χώρους οικείους. Όμως,
η δημογραφική και οικονομική πίεση στη Θράκη ή το Αιγαίο, τη ζωτική μας
περιφέρεια, δεν θα είναι εύκολο να ισορροπηθούν, αν τα σύνορα καταργηθούν. Το οικονομικό
και δημογραφικό μέγεθος της Τουρκίας είναι δύσκολο να εξισορροπηθεί. Τι σημαίνει
και τι αποτέλεσμα θα έχει η ελεύθερη διακίνηση των πληθυσμών της Ανατολίας στην
Ελλάδα και στην Ενωμένη Ευρώπη; Είναι ακόμη επίκαιρη η υποθήκη του θνήσκοντος ήρωα
Ογκούζ Χάν στο "Οκουζναμέ",
λαϊκό έπος των Τούρκων: "Προχωρείτε
προς το Ρούμ!", η τα λόγια
του Σουλεϋμάν Πασά, κατακτητή της Θράκης και γιου του Ορχάν, δεύτερου Σουλτάνου
των Οθωμανών μετά τον Οσμάν, τον κατακτητή της Βιθυνίας, μπροστά στην Προποντίδα:
"Να διαβούμε αυτή τη θάλασσα!". Ο παντουρκισμός και ο επεκτατικός
τουρκισμός υπάρχουν πάντα. Αυτά τα ξαναζήσαμε, τελείως πρόσφατα, στην Κωνσταντινούπολη
και την Κύπρο.
Κυρίως όμως, φαίνεται ότι η συνύπαρξη μας με την Τουρκία, σε
ένα συνεταιρισμό χωρίς ισχυρή ιδεολογική κάλυψη, όπως η Ευρωπαϊκή Ένωση, θα είναι
σε βάρος μας, αφού η Τουρκία θα εγείρει συνεχώς μονομερείς αξιώσεις κινούμενη από
τις οθωμανικές νοοτροπίες, από τις οποίες δεν μπορεί να απαλλαγεί. Τις αξιώσεις
αυτές θα μας πιέζουν οι Δυτικοί συνέταιροί μας να ικανοποιήσουμε, γιατί για το Ανατολικό
Ζήτημα, το γεωπολιτικό και το οικονομικό βάρος της Τουρκίας θα είναι πάντα ελκυστικά
στις θεωρήσεις τους. Θα επιδεινώνεται έτσι, η σχέση άνισης διπλωματίας που χαρακτηρίζει
την εξάρτηση του νέου ελληνικού εθνικού κράτους από τις μεγάλες δυνάμεις. (Με
χαρακτηριστικά συμβάντα την εγκατάλειψη της Ελλάδας από την Αγγλία το 1922, και
από τις ΗΠΑ το 1974 και τις αντίστοιχες εθνικές καταστροφές.) Πρέπει άρα, κατ' ανάγκη να βρισκόμαστε σε διαφορετικά
στρατόπεδα–συνεταιρισμούς με την Τουρκία της μορφής που περιγράφηκε. Αυτό είναι
μία ιστορική πραγματικότητα. Όπως είναι ιστορική πραγματικότητα, η μόνιμη ανάγκη
για κινητοποίηση των δυνάμεών μας και αντιμετώπιση του εχθρικού περιβάλλοντος
κατά βάση με τις δικές μας δυνάμεις. Κατά τον σοφό πατριώτη, λογάδα του γένους,
αυτοκράτορα της Νίκαιας Θεόδωρο Δούκα Λάσκαρι: "Μόνον το Ελληνικόν, αυτό βοηθεί εαυτώ".
Στις ιστορικές συγκυρίες κατά τις οποίες βρισκόμαστε στο ίδιο
στρατόπεδο με την Τουρκία, ή σε συγκυρίες όπου οι ισχυρές χώρες της Δύσης είχαν
τη δυνατότητα να διαλέξουν ανάμεσα στην Ελλάδα και την Τουρκία, οδηγούμαστε κατά
κανόνα σε ιστορικές αποτυχίες. Αυτό
φάνηκε στην πρόσφατη ενίσχυση της Ελλάδος από τη Γαλλία και τις ΗΠΑ μπροστά στην
ισχυροποίηση της Τουρκίας στην αεροπορική υπεροχή της στο Αιγαίο. Οι ΗΠΑ και η
Γαλλία ενίσχυσαν την ελληνική αεροπορία ώστε να αποκτήσει συντριπτική υπεροχή
στο αεροπορικό ισοζύγιο του Αιγαίου. Η κατάσταση μετεβλήθει άρδην εις όφελος της
Ελλάδος και η αεροπορική υπεροχή της ματαίωσε
ένα πόλεμο. Επαληθεύεται έτσι η διαπίστωση του Ιωσήφ Στάλιν, ότι η Αμερική,
η ισχυρότερη χώρα του κόσμου, δεν θα επιτρέψει την ανατροπή της ισορροπίας
δυνάμεων εις βάρος της στην περιφέρεια του Αιγαίου. Ρήση η οποία ιστορικά ανέτρεψε
την προσπάθεια των Ελλήνων κομμουνιστών να κυριαρχήσουν στη Μακεδονία.
Έτσι, ο Ελληνισμός δεν κατόρθωσε τον 19ο αιώνα, ευρισκόμενος
σε δημογραφική, ηθική και πολιτισμική άνοδο να διατηρήσει τη θέση του στην Ανατολή,
ως ένα βαθμό για πολιτικούς λόγους, ήγουν λόγω της αντίθεσης των δυτικών
δυνάμεων.
Κατά
τον Μικρασιατικό Πόλεμο, η ελληνική πολιτική ηγεσία οδηγήθηκε στο να χρησιμοποιηθεί
ο ελληνικός στρατός ως μοχλός εκβιασμού και πειθαναγκασμού του Κεμαλισμού, που συνδιαλέχθηκε
τελικά με τους Δυτικούς, αφού εκμεταλλεύθηκε έντεχνα ακόμη και τις ιδεοληψίες
της νεαρής τότε Σοβιετικής Ένωσης.
Στίς 16.7.1922 μάλιστα, σε κρίσιμη στιγμή, και πρίν τη μοιραία
τουρκική επίθεση στο Αφιόν, δεν μπορέσαμε να χρησιμοποιήσουμε αποφασιστικά τη στρατιωτική
μας ισχύ. Ευρισκόμενοι τότε, σε μοναδική θέση ισχύος στην Ανατολή, τέτοια που
δεν είχαμε βρεθεί από την εποχή του Μιχαήλ Η´ Παλαιολόγου, και κατέχοντες στην Ασία
τα εδάφη της Αυτοκρατορίας της Νίκαιας˙ είμαστε σε θέση, καταλαμβάνοντες την ουδέτερη
Κωνσταντινούπολη, να ανορθώσουμε το κλονισμένο ηθικό της Στρατιάς της Μικράς Ασίας,
να αποφύγουμε το ασύλληπτο μέγεθος της Μικρασιατικής Καταστροφής και να επιδιώξουμε
μία έντιμη, διαρκή και δίκαιη ειρήνη, περιορίζοντες τον Κεμαλισμό και τους
Τούρκους στα Στενά και στην Ασία, όπου ανήκουν˙ διασώζοντας τους χριστιανικούς
πληθυσμούς της Ανατολής με την ομαλή,
οργανωμένη, μεταφορά τους στην Ανατολική Θράκη. Αποτύχαμε σε αυτό, από
ψυχολογική και πολιτική πίεση των δυτικών υποτιθέμενων συμμάχων μας, που λόγω
του Ανατολικού Ζητήματος δεν επιθυμούσαν μία τέτοια εξέλιξη, αλλά και από εθελοδουλεία
δική μας. Η αλλοτρίωση της αστικής
μας τάξης, η οποία είχε την ευθύνη του απελευθερωτικού πολέμου της Μικράς Ασίας,
δεν επέτρεψε τη χωρίς δισταγμούς συμμετοχή όλων των δυνάμεών μας στον αγώνα μέχρι
τα έσχατα όριά τους, όπως έγινε με τα παλληκάρια και τους ήρωες του πρώτου απελευθερωτικού
μας αγώνα, που ενίκησαν, ενάντια στίς γεωπολιτικές πραγματικότητες της εποχής
τους.
Αλλά και αμέσως μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, πάλι η πίεση
των Δυτικών, επικουρούμενη από το κράτος της καταστροφής και της ήττας και την
εθελοδουλεία μας, οδήγησε στη δραματική εκκένωση της Ανατολικής Θράκης, που σήμερα
φαίνεται αδικαιολόγητη και που μάλλον μεγάλο τμήμα της θα κρατούσαμε, αν λάβουμε
υπ' όψη τις εξελίξεις του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. με τη Θράκη στην κατοχή μας, και αποσυρόμενοι από τη ζώνη
των Στενών, ίσως θα υποχρεώναμε την κεμαλική Τουρκία σε αναθεωρητική στάση στο πλευρό
της παράταξης του Άξονα και θα πετυχαίναμε ίσως, την οριστική παγίωση της παρουσίας
μας στην Ανατολική Θράκη μετά τη νίκη των Δημοκρατιών.
Βέβαια, και κατά τον Ψυχρό Πόλεμο, όντες στο ίδιο στρατόπεδο
με τη γεωπολιτικώς πανίσχυρη Τουρκία, πιεζόμαστε πάντα να την εξευμενίζουμε, ακολουθώντας
την αδιέξοδη πολιτική του κατευνασμού, με αποτέλεσμα τον αφανισμό των ελληνικών
μειονοτήτων στην Τουρκία, τη διχοτόμηση της Κύπρου, τη σημερινή δυσμενή
συγκυρία και τις αναθεωρητικές επιδιώξεις της εθνικιστικής τουρκικής άρχουσας
τάξης.
Είναι γεγονός ότι η σημερινή δυσμενής κατάσταση είναι ανατρέψιμη μόνο με τη βοήθεια των Δυτικών, όταν η Ελλάδα θα ορισθεί ως θεματοφύλακας του Ανατολικού Ζητήματος, οπότε θα έχει την κάλυψη των Δυτικών Δυνάμεων, που σήμερα εμφανίζονται ισχυρές.
Βέβαια,
σήμερα η Τουρκία εμφανίζεται με την κάλυψη του Ισλάμ επιδιώκοντας το χαλιφάτο
των φτωχών, πράγμα που μπορεί να το σταματήσει μόνο η απειλούμενη επανίδρυση
του μικρού χαλιφάτου με τον απειλούμενο θρίαμβο του Ισλάμ, που πρεσβεύει η ίδια
η Τουρκία. Οι Τούρκοι επιμένουν στη γενοκτονική πολιτική του μεγάλου και του
μικρού χαλιφάτου, που διέσπασε τον αρχαίο πολιτισμό σε δύο τμήματα του
χαλιφάτου και εξόντωσε και εξόρισε τους Δυτικούς λαούς εγκαθιδρύοντας τα δύο
χαλιφάτα.
Η σημερινή
άνοδος του Ισλάμ συνιστά τον μεγαλύτερο κίνδυνο για τον πολιτισμό, όπως αυτός
διαμορφώθηκε μετά την πτώση του αρχαίου κόσμου. Η ανάπτυξη όπλων μαζικής
καταστροφής είναι η ζοφερέστερη απειλή προς τον πολιτισμένο κόσμο, όπως αυτός διαμορφώθηκε
στον 21ό αιώνα. Η εγκαθίδρυση του χαλιφάτου βασίζεται πάνω σε ακρότητες και
γενοκτονίες.
Σύμφωνα με
τα σύγχρονα δεδομένα που αποδέχεται η τουρκική αναθεωρητικότητα, η Ελλάδα δεν
πρέπει να υπάρχει. Αυτό σημαίνει την εξαφάνιση της Ελλάδας ως οντότητας ή ως
Ελλάδας της Μελούνας. Αυτό είναι
ζητούμενο από μέρους της Τουρκίας, η απλή δορυφοροποίση της Ελλάδας δεν αρκεί.
Αντ’ αυτού επιδιώκεται το μεγάλο χαλιφάτο ως κυριαρχία στην Κεντρική Ασία και
το Τουρκιστάν. Ο τουρκικός κόσμος είναι
μοιραίο να κυριαρχήσει σε παγκόσμιο επίπεδο με οδηγό την Τουρκία. Αυτό είναι το
όνειρο του χαλιφάτου που πρεσβεύουν οι ηγέτες της σημερινής Τουρκίας. Ο κόσμος
όλος και ομοιογενής προορίζεται να κατακτηθεί από μία παγκόσμια ισλαμική
Τουρκία. Ο Δυτικός Κόσμος είναι διεφθαρμένος και παρηκμασμένος. Δεν υπάρχει
μέλλον γι’ αυτόν.