Πέμπτη 23 Αυγούστου 2018

Χαράλαμπος Ποριάζης: «Οι Γερμανοί στη Λήμνο 1941-1944», Έκδοση ιδίου, Αθήνα, 2013, σσ. 398


  
Ο πρόσφατα αποθανών Χαράλαμπος Ποριάζης, γνωστός από την οικονομική και εμπορική δραστηριότητά του, μας δίνει με αυτό το βιβλίο το μέτρο της ιστοριοδιφικής του δραστηριότητας. Είναι γνωστό ότι η πρόσφατη κατοχή της χώρας μας από τρεις ευρωπαϊκές δυνάμεις, καθώς και οι αγώνες που προηγήθηκαν και συνόδευσαν την κατάληψη των βόρειων ελληνικών χωρών από τους Γερμανούς δεν έχουν αποτυπωθεί επαρκώς σε βιβλία όχι μόνο αναμνήσεων, αλλά και σε βιβλία επιστημονικής έρευνας.

Ιδιαίτερα μπορούμε να αναφέρουμε ότι η γενιά που έδωσε τον αγώνα στη Βόρειο Ήπειρο και τα βουνά της Ροδόπης, όπως και στα λιμάνια των νησιών του Αιγαίου και της Κρήτης, φεύγει σήμερα. Ήδη, εμείς που ανήκουμε στη γενιά αυτή, έχουμε ακούσει ατέλειωτες ιστορίες και παθήματα αυτών που υπέστησαν την τριπλή κατοχή, πλην δεν έχουμε μία γενική ουσιαστική εικόνα των επιχειρήσεων και των δράσεων που οδήγησαν σε αυτό το αποτέλεσμα: Τη φασιστική Ιταλία να νικάται στα βουνά της Ηπείρου και την πανίσχυρη Γερμανία να διεξάγει ένα τυπικό κεραυνοβόλο πόλεμο, να υπερπηδά την ισχυρή Γραμμή Μεταξά και να βρίσκεται χωρίς τη βοήθεια του στόλου της κυρίαρχη του Αιγαίου και της Κρήτης. Το αποτέλεσμα ίσως ήταν κοσμοϊστορικό. Στο μεν σοβιετικό μέτωπο η επιχείρηση Μπαρμπαρόσα καθυστέρησε μερικές εβδομάδες με αποτέλεσμα την καθήλωση των γερμανικών στρατιών έξω από το Μόσχα τον χειμώνα του 1941. Η δε Γερμανία εγκατέλειψε τα σχέδια εισβολής στη Μέση Ανατολή με άξονα τις Ινδίες. Ίσως η σπατάλη δυνάμεων στην Ελλάδα την υποχρέωσε να σκεφθεί έτσι.

Ο τίτλος του βιβλίου δεν περιγράφει το περιεχόμενό του, δεν πρόκειται μόνο για τους Γερμανούς στη Λήμνο, αλλά για τους Γερμανούς σε όλο το Β.Α. Αιγαίο, εκτός της Κρήτης. Δίνεται στην αρχή μια εισαγωγή στην επίθεση των Γερμανών κατά των Οχυρών της Γραμμής Μεταξά, με έμφαση στα οχυρά του Εχίνου και του Νυμφαίου. Η έκθεση των γεγονότων είναι αυστηρά συγκροτημένη και το ύφος είναι δωρικό. Το κύριο βάρος δίνεται σε πρωτογενή στοιχεία που έχουν ληφθεί από τα αρχεία των επιτελείων των εμπλεκομένων δυνάμεων, από αναφορές εκθέσεων των κατά τόπους γερμανικών υπηρεσιών και την περιγραφή γεγονότων που είναι τελείως άγνωστα. Η μετάβαση των Γερμανών από νησί σε νησί γίνεται με πρωτόγονα μέσα. Οι στρατιωτικές μονάδες μεταφέρονται από κατασχεθέντα καΐκια. Η επεξεργασία και η παρουσίαση των γραπτών πηγών γίνεται κατά τρόπο άψογο. Θα πρέπει να δώσουμε ιδιαίτερη αναφορά στον πλούτο σπανίων φωτογραφιών, οι οποίες μόνες τους, περιγράφουν με σαφήνεια τα γεγονότα. Γεννά δέος η προσπάθεια του κυρίου Βύρωνα Τεζαψίδη να πλαισιώσει τα κείμενα και τα στοιχεία με εκπληκτικές φωτογραφίες οι οποίες εικονίζουν ζωντανά τα διάφορα συμβάντα σε όλο το Αιγαίο ως ο κύριος Τεζαψίδης να ήταν πολεμικός ανταποκριτής και φωτογράφος παρών σε όλες τις συγκρούσεις και δράσεις. Είναι αληθινά άξιο συγχαρητηρίων το ερευνητικό έργο του κυρίου Τεζαψίδη.

Είναι κρίμα γιατί το μοναδικό αυτό βιβλίο τυπώθηκε σε μικρό αριθμό αντιτύπων, ώστε γρήγορα εξαντλήθηκε, κυρίως γιατί μοιράστηκε στα σχολεία των παραμεθορίων περιοχών της Θράκης και της Λήμνου. Πιστεύουμε ότι μια δεύτερη έκδοση πρέπει να ακολουθήσει.

Η μικρή και τοπική ιστορία που διατυπώνουν ο κύριος Ποριάζης και ο κύριος Τεζαψίδης αφορούν τη βάση για την ιστορία που θα διηγηθεί και θα παραθέσει ένα πλήρες χρονικό της Γερμανικής και Ιταλικής κατοχής κατά τα μαύρα χρόνια του Δεύτερου Παγκόσμιου Πόλεμου.





Τετάρτη 1 Αυγούστου 2018

Το προσφυγικό πρόβλημα συνεχίζεται.


Ακούμε από καιρού εις καιρόν την επαναφορά των όρων "προσφυγικός" και "αντιπροσφυγικός". Αυτό μου φαίνεται ότι αναβιώνει ένα ακόμη διχασμό στη μόνιμα διχασμένη ελληνική κοινωνία. Ωστόσο σκέπτομαι, ότι η μελέτη και ανάλυση η σχετική με το "προσφυγικό κίνημα" και τον "αντιπροσφυγικό αναθεωρητισμό" είναι πολύ ενδιαφέρουσα και μάλιστα πολλαπλώς χρήσιμη, αν λάβουμε υπ΄ όψη τη διάδοση που απολαμβάνουν οι αναθεωρητικές της ιστορίας αντιλήψεις στην ελληνική κοινωνία.
  
   Το γεγονός είναι ότι παραμένουν ακόμη οι αντινομίες, που χαρακτήριζαν τον πάλαι ποτέ Ανατολικό Ελληνισμό σε σχέση με το Νέο Ελληνικό Κράτος, το οποίο, ιδρύθηκε στις παρυφές και στο περιθώριο του τότε ελληνικού κόσμου. Οι αντινομίες σχηματοποιούνται ιδεολογικά από το γεγονός ότι το Νέο Ελληνικό Κράτος ιδρύθηκε κάτω από την ιδεολογική κυριαρχία των δυτικών, ως πραγμάτωση της ρομαντικής αντίληψής τους για αναβίωση της κλασσικής ελληνικής αρχαιότητας. Πρόκειται για ένα αλλοτριωτικό εκσυγχρονισμό εκ των άνω και την υιοθέτηση αλλότριων θεσμών και μορφών διοίκησης.

    Στην καθ΄ ημάς Ανατολή, όμως, συνεχίζεται και μετά την ίδρυση του Νέου Ελληνικού Κράτους, η ανάπτυξη ενός εκσυγχρονισμού ο οποίος δεν υποκαθιστά την παράδοση και συμβιώνει με αυτήν. Απέναντι, λοιπόν, στην πολιτική και εθνικιστική μορφή της Μεγάλης Ιδέας οι Ρωμηοί της Ανατολής προβάλουν τη βυζαντινή οικουμενική αντίληψη.

    Κατά τη γνώμη μου, λοιπόν, το θέμα, που έχει άμεση σχέση με την κατανόηση της ταυτότητάς μας και την υπέρβαση της κρίσης της, έχει πολιτισμική βάση. Στην ουσία πρόκειται για τη σχέση μας με τη Δύση και το πόσο είναι δυνατόν να προσεγγίσουμε την ιστορική παράδοση. Με άλλα λόγια, μπορούμε να πούμε ότι η πρόσληψη του Βυζαντίου και του λαϊκού πολιτισμού μας αποτελούν το κλειδί για να μπορέσουμε να αρχίσουμε να κατανοούμε το πρόβλημα. Πολλοί θα μας πουν ότι αυτά είναι πράγματα ξεπερασμένα, που σήμερα είναι δύσκολο να ανιχνευθούν. Ωστόσο, αν θέλουμε σοβαρά να προσεγγίσουμε την ταυτότητά μας και να διατηρήσουμε την ιστορική μνήμη οφείλουμε να τα αναζητήσουμε.