Τρίτη 31 Ιουλίου 2018

Μάχη στο Οχυρό Νυμφαία, Απρίλιος 1941




Η Ελλάδα στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο

Η φιλειρηνική Ελλάδα βρίσκεται πάντα, κατά την μακρά ιστορική πορεία της, ανάμεσα σε εχθρικούς λαούς και πάνω στο δρόμο τον οποίο οι στρατιές και τα  στίφη των κατακτητών είναι υποχρεωμένα να ακολουθήσουν.
Κατά τον καταστρεπτικό Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο η Ελλάδα έγινε στόχος της δαιμονικής δύναμης που εξαπέλυσαν οι δύο αυτοκρατορίες του κακού επιδιώκοντας την υποδούλωση της χώρας μας. Πρώτη η υπερφίαλη, κατακτητική και επεκτατική Ιταλία της εποχής εκείνης επιχείρησε την κατάληψη της χώρας με απρόκλητη επίθεση. Η απροσδόκητη αντίσταση του Ελληνικού Λαού και του Ελληνικού Στρατού έδωσαν την πρώτη νίκη κατά των επεκτατικών σχεδίων της Ιταλίας και της συμμάχου της αλαζονικής και αδίστακτης Γερμανίας, η οποία μετά την ήττα των Ιταλών το 1940 πραγματοποίησε μια τεράστια επιχείρηση καθυπόταξης των Βαλκανίων και της Ελλάδας. Παράλληλα, η σύμμαχος των Γερμανών Βουλγαρία ήταν έτοιμη να επωφεληθεί από την νίκη των Γερμανών, που οι Βούλγαροι θεωρούσαν βέβαιη.
Την Άνοιξη του 1941 ο Ελληνικός Στρατός βρισκόταν νικητής στη Βόρειο Ήπειρο, μεγάλο τμήμα της οποίας είχε ήδη απελευθερώσει. Τότε επενέβη προς υποστήριξη των συμμάχων της Ιταλών και Αλβανών, η Γερμανία.

Η γραμμή των Οχυρών Μεταξά

Καθ΄ όλη την εποχή του Μεσοπόλεμου (1919-1939) η Βουλγαρία ακολουθούσε σταθερά μία αναθεωρητική πολιτική. Σκοπός της ήταν να εξέλθει στο Αιγαίο και να ακυρώσει τα αποτελέσματα των Βαλκανικών Πολέμων. Μόνιμη διεκδίκησή της ήταν η Ελληνική Θράκη και τα λιμάνια της.
Με αυτές τις συνθήκες η Ελληνική Κυβέρνηση θεώρησε απαραίτητη την κατασκευή τεράστιων αμυντικών έργων. Ολόκληρη η μακρά μεθόριος των συνόρων Μακεδονίας και της Ελληνικής Θράκης με τη Βουλγαρία οχυρώθηκαν με μία γραμμή 21 γιγαντιαίων οχυρών κατασκευασμένων από σκυρόδεμα αρίστης ποιότητος και χάλυβα. Η αμυντική αυτή γραμμή άρχιζε από την κοιλάδα του Αξιού και κατέληγε στο Νέστο ποταμό, κάλυπτε δηλαδή, όλο σχεδόν το μήκος των Ελληνοβουλγαρικών συνόρων.
Ολόκληρη η αμυντική αυτή γραμμή των οχυρών που ονομάστηκε "Γραμμή Μεταξά" περιελάμβανε κατασκευές σε πολλά επίπεδα, υπόγειες στοές και μακρείς σήραγγες που κατέληγαν σε παρατηρητήρια, πολυβολεία και θέσεις άμυνας. Ο συνολικός αριθμός των ανδρών αυτών που επάνδρωναν τα οχυρά ήταν μόλις 10.000 και λειτουργούσε ως πολλαπλασιαστής των αμυνομένων δυνάμεων, πράγμα που δείχνει την αποτελεσματικότητα και τη δυναμικότητα των αμυντικών έργων. Μεταξύ των οχυρών υπήρχε συνεχής γραμμή οχυρωματικών έργων που υποστηριζόταν και κάλυπταν συνεχώς το ένα το άλλο. Στην περιφέρεια των οχυρών είχαν κατασκευαστεί διάφορα αμυντικά έργα που θα εμπόδιζαν την προσέγγιση του εχθρού. Από το υστέρημα και τον μόχθο του Ελληνικού Λαού το τεράστιο αυτό έργο συμπληρωνόταν από βοηθητικά αμυντικά συστήματα, ώστε κάθε οχυρό να υποστηρίζει το επόμενο σε συνεχές μακρό μέτωπο. Η γραμμή των οχυρών αποτελούσε έτσι ένα πάνοπλο αμυντικό σύστημα που έφραζε όλες τις προσβάσεις και τους δρόμους προς την Ανατολική Μακεδονία και τη θάλασσα. Στη Θράκη η κατασκευή της γραμμής οχυρών, που άρχισε το 1937, δεν είχε προλάβει να ολοκληρωθεί και είχαν κατασκευαστεί μόνο δύο ισχυρά οχυρά τα οποία κάλυπταν την Ξάνθη (Εχίνος) και την Κομοτηνή (Νυμφαία). Τα δύο αυτά οχυρά ήταν απομονωμένα από την υπόλοιπη συνεχή γραμμή των οχυρών.
Γενικά οι κατασκευές αυτές δεν είχαν ολοκληρωθεί σε ικανοποιητικό βαθμό, αλλά και η επάνδρωσή τους ήταν προβληματική, αφού ένας μεγάλος αριθμός του στρατιωτικού προσωπικού είχε αποσπαστεί στο μέτωπο της Αλβανίας. Αυτό έγινε και για μεγάλο ποσοστό του αμυντικού εξοπλισμού, ο οποίος επαρκούσε για αντίσταση μόνο λίγων ημερών. Στη Νυμφαία, τα μικρότερα οχυρά που προβλεπόταν με το σχέδιο της συνεχούς γραμμής αμύνης, δεν είχαν κατασκευασθεί στους διπλανούς λόφους. Η δύναμη πυρός, λοιπόν, των οχυρών τον Απρίλιο του 1941 ήταν σοβαρά μειωμένη, ενώ απέναντί τους είχε παραταχθεί σε θέσεις μάχης ο ισχυρότερος και πιο εμπειροπόλεμος στρατός του κόσμου την εποχή εκείνη.
Οι Άγγλοι σύμμαχοι της Ελλάδας έλεγχαν τους ωκεανούς με το ισχυρό ναυτικό τους και ετοιμαζόταν να αποβιβάσουν ένα στρατιωτικό σώμα στη Μακεδονία προς υποστήριξη του αμυνόμενου Ελληνικού Στρατού. Σε σύσκεψη μεταξύ των Ελλήνων και Άγγλων στρατιωτικών αρχηγών στην Αθήνα, η αγγλική πλευρά ζήτησε την εγκατάλειψη της Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης, ώστε ο Ελληνικός και Αγγλικός Στρατός, δεδομένης της συντριπτικής υπεροχής της γερμανικής στρατιάς, να αμυνθεί σε στενότερο μέτωπο στη Θεσσαλία ή τη Θεσσαλονίκη. Η απαίτηση αυτή των Άγγλων απορρίφθηκε από το Ελληνικό Στρατηγείο, το οποίο αποφάσισε να δώσει μια χωρίς ελπίδα μάχη στη γραμμή των οχυρών. Η απόφαση αυτή είναι σύμφωνη με τις καλύτερες ελληνικές παραδόσεις που δεν αφήνουν περιθώρια υποχώρησης ή εγκατάλειψης, όσο ισχυρός και να είναι ο κατακτητής αντίπαλος.

Ἡ Μάχη τῶν Ὀχυρῶν

Ἡ Μάχη τοῦ Οχυρού Νυμφαίας ἐντάσσεται στή γενικότερη μάχη τῶν ὀχυρῶν πού δόθηκε ἀπό τίς 6.4.1941 ἕως τίς 10.4.1941.
Γιά τήν προσβολή καί κατάληψη τῆς Ἐλλάδας τό γερμανικό στρατηγεῖο συγκρότησε μία ἐπιβλητική στρατιά ἀπό τέσσερα σώματα στρατοῦ μέ 18 μεραρχίες, ἐκ τῶν ὁποίων οἱ τέσσερις τεθωρακισμένες, πού πλαισίωναν χιλιάδες αὐτοκίνητα, πυροβόλα καί μηχανικά πολεμικά μέσα καί συμπλήρωνε μία σύγχρονη ἀεροπορική δύναμη ἀπό 1200 ἀεροσκάφη.
Στίς 6 Ἀπριλίου 1941 ἡ γερμανική στρατιά προσέβαλε τήν συμπαγή γραμμή τῶν ὀχυρῶν καί ἡ Ἑλλάδα βρέθηκε νά πολεμᾶ καί μέ τήν Γερμανία. Σέ μερικές ὧρες τά ἐμπειροπόλεμα πληρώματα τῶν γερμανικῶν τεθωρακισμένων καί οἱ γερμανοί πιλότοι τῶν ἀεροπλάνων διεπίστωσαν ὅτι τά κτυπήματά τους ἀναποδίδονταν στά ἴσα καί ὅτι οἱ δρόμοι πρός τό Αἰγαῖο ἦταν κλειστοί. Ἡ χρήση μοντέρνων ὅπλων καί ἰσχυρῶν ἀεροπορικῶν μέσων ἀπεδείχθη ἀτελέσφορη, τόσο ὥστε τό βράδυ τῆς πρώτης μέρας τοῦ πολέμου ἐπεκράτησε ἀμηχανία στό γερμανικό στρατηγεῖο καί τό γερμανικό πολεμικό ἀνακοινωθέν γιά πρώτη φορά, μετά ἀπό πολλούς μῆνες, δέν ἀναφέρθηκε σέ σαρωτική νίκη τῶν Γερμανῶν, ἀλλά στήν "πείσμονα ἀντίσταση τῶν Ἑλλήνων".
Παρά τήν κινητοποίηση μεγάλων μέσων ἀπό τήν πλευρά τῶν Γερμανῶν καί τόν σκληρό ἀγώνα τῶν ὑπερασπιστῶν τους ἡ Μάχη τῶν Ὀχυρῶν συνεχίστηκε γιά δύο ἀκόμη ἡμέρες μέ τήν γραμμή τῶν ὀχυρῶν ἀραγή καί ἀκλόνητη. Ὡστόσο, στίς 8.4.1941 ἡ ἑλληνική στρατιά τῆς Ἀνατολικῆς Μακεδονίας και Θράκης βρισκόταν σέ θανάσιμο κίνδυνο: τεθωρακισμένες γερμανικές μονάδες εἶχαν ἤδη πλαγιοκοπήσει τήν γραμμή τῶν ὀχυρῶν εἰσβάλοντας στήν Ἑλλάδα ἀπό τήν κοιλάδα τοῦ Ἀξιοῦ, ἀφοῦ ἡ Γιουγκοσλαβία εἶχε καταρρεύσει. Τά ἑλληνικά ὀχυρά εἶχαν περικυκλωθεῖ. Τό ἀπόγευμα τῆς 10.4.1941 ἡ ἑλληνική στρατιωτική διοίκηση τῆς Ἀνατολικῆς Μακεδονίας καί Θράκης συνθηκολόγησε μέ τούς Γερμανούς καί παρέδωσε τά ὀχυρά. Ο γερμανικός αστραπιαίος πόλεμος στα Βαλκάνια θα κατέληγε σε μια νέα γερμανική νίκη.

Το Οχυρό Νυμφαίας

Το Οχυρό Νυμφαίας είναι το τελευταίο προς Ανατολάς από τα 21 οχυρά της "Γραμμής Μεταξά". Βρίσκεται στις υπώροιες της Ανατολικής Ροδόπης σε δασώδη και λοφώφη περιοχή σε απόσταση 20 χιλιομέτρων περίπου από την πόλη της Κομοτηνής, την οποία κάλυπτε. Το οχυρό δεν έχει οπτική ή άλλη επαφή με τα υπόλοιπα οχυρά της γραμμής, των οποίων το πλησιέστερο βρίσκεται στον Εχίνο της Ξάνθης.
Το Οχυρό Νυμφαίας αποτελείται από τρεις υπόγειους ορόφους στους οποίους υπάρχουν όλες οι βοηθητικές εγκαταστάσεις, αλλά και οι θέσεις μάχης. Διαθέτει υπόγειες στοές με συνολικό μήκος περίπου δύο χιλιόμετρα. Ο πρώτος όροφος ήταν πάνοπλος και διέθετε την ισχυρότερη δύναμη πυρός του συγκροτήματος. Ο δεύτερος όροφος, στην ουσία το πρώτο υπόγειο, 99 σκαλοπάτια κάτω από τον πρώτο και ο τρίτος όροφος 66 σκαλοπάτια κάτω από τον δεύτερο διέθεταν πολυβόλα και τηλεβόλα μόνο προς την βόρεια πλευρά, ενώ στην πίσω πλευρά τους υπήρχαν οι θάλαμοι των οπλιτών. Η φρουρά του οχυρού ανερχόταν σε 464 οπλίτες και 14 αξιωματικούς, αλλά είχε πολλές ελλείψεις. Η φρουρά υπαγόταν στη νεοσύστατη Ταξιαρχία Έβρου.

Η Ταξιαρχία Έβρου

Η Ταξιαρχία Έβρου, που μόλις είχε συγκροτηθεί, διέθετε τρία τάγματα πεζικού, πέντε λόχους προκαλήψεως, δύο ελαφρές πυροβολαρχίες και αριθμούσε περί τους 2.000 άνδρες. Καθήκον της ήταν να προστατεύσει την εκτεταμένη περιοχή από τις όχθες της Λίμνης Βιστωνίδας ανατολικά μέχρι τον Έβρο. Οι δυνάμεις αυτές ήταν μηδαμινές μπροστά στο τμήμα μεραρχιών του γερμανικού στρατού που είχαν την ευθύνη της κατάλληψης της Ελληνικής Θράκης. Αυτό αποτελείτο από ένα ολόκληρο σώμα στρατού και τμήματα μιας τεθωρακισμένης μεραρχίας. Η Ταξιαρχία Έβρου είχε Διοικητή τον Ιωάννη Ζήση, έφεδρο υποστράτηγο. Το αμυντικό σχέδιο του ελληνικού επιτελείου χαρακτήριζε μια αμηχανία μπροστά στη συντριπτική υπεροχή των γερμανικών δυνάμεων.
Το γερμανικό στρατηγείο είχε δύο στόχους: Πρώτος στόχος ήταν να καταλάβει, αφού εξουδετερώσει τα Οχυρά Εχίνος και Νυμφαία και απωθήσει την Ταξιαρχία Έβρου, τις πόλεις της Θράκης και τα πλησιέστερα νησιά του Αιγαίου. Δεύτερος στόχος ήταν να αποθαρρύνει την Τουρκία από οποιαδήποτε ενέργεια.

Η Μάχη στο Οχυρό Νυμφαία

Το πρωί της 6ης Απριλίου 1941 άρχισε η εισβολή των Γερμανών καθ΄ όλο το μήκος της "Γραμμής Μεταξά". Στον ανατολικό τομέα οι Γερμανοί απώθησαν τα ελληνικά τμήματα προκαλύψεως, τα οποία υποχώρησαν προς την Κομοτηνή. Το μεσημέρι οι Γερμανοί, υπό την προστασία του βαρέως πυροβολικού τους και της αεροπορίας τους, κατόρθωσαν να περικυκλώσουν το οχυρό. Ήδη από τις 8.30 το πρωί είχαν καταφθάσει τεθωρακισμένα τμήματα, τα οποία βοήθησαν στην περικύκλωση του οχυρού.  Ταυτοχρόνως, τμήματα του γερμανικού πεζικού προσπάθησαν ανεπιτυχώς να καταλάβουν μέρος του υψώματος που ήταν κτισμένο το οχυρό. Η μάχη συνεχίστηκε μέχρι το βράδυ και όλη τη νύχτα. Παρά τον καταιγισμό των βομβαρδισμών των Γερμανών οι υπερασπιστές του οχυρού αντιστέκονταν με σθένος στην προσπάθεια των Γερμανών να επισκευάσουν τον δρόμο και τη γέφυρα που είχαν καταστρέψει οι Έλληνες. Η διάβαση βαρέων όπλων και πυρομαχικών προς Νότο ήταν κλειστή.
Τη νύχτα της 6ης Απριλίου 1941 τα γερμανικά πεζοπόρα τμήματα παρέκαμψαν το πολιορκημένο οχυρό και κατέλαβαν την Κομοτηνή. Το Οχυρό Νυμφαία είχε ωστόσο φράξει το δρόμο, ώστε τα τεθωρακισμένα των Γερμανών να μην μπορούν να ξεχυθούν στην πεδιάδα της Κομοτηνής. Το οχυρό όμως ήταν τελείως απομονωμένο και δεν είχε τη δυνατότητα να επικοινωνήσει με την Ταξιαρχία Έβρου.
Καθ΄ όλη την ημέρα της 7ης Απριλίου το οχυρό βαλλόταν από το σύνολο του πυροβολικού των παρατεταγμένων Γερμανών, ενώ παράλληλα δεχόταν αεροπορικές επιθέσεις πιεζόμενο από το γερμανικό πεζικό. Στις 21.00 το βράδυ της 7ης Απριλίου οι Γερμανοί επικάθησαν στο οχυρό με τμήματα πεζικού και μονάδες μηχανικού. Οι Γερμανοί χρησιμοποιώντας χημικά αέρια, καπνογόνα και φλογοβόλα κατέπνιξαν την τελευταία αντίσταση των αμυνομένων που είχαν περιοριστεί σε ένα απομονωμένο πολυβολείο. Οι καπνοί δημιούργησαν αποπνικτική ατμόσφαιρα στο εσωτερικό των στοών του οχυρού. Η κατάσταση αυτή και η έλλειψη πυρομαχικών ανάγκασαν τον Διοικητή του οχυρού Ταγματάρχη Αλέξανδρο Αναγνωστό να ζητήσει την παράδοση. Το πρωί της 8ης Απριλίου το οχυρό παραδώθηκε στους Γερμανούς.
Οι υπόλοιπες δυνάμεις της Ταξιαρχίας Έβρου απωθήθηκαν από τα γερμανικά τεθωρακισμένα και αναγκάστηκαν να καταφύγουν σε τουρκικό έδαφος, εκτός από ένα τμήμα τους που διέφυγε από τη θάλασσα στη Νότιο Ελλάδα. Στα Κύψελα, τουρκικό χωριό του Έβρου, κατέφυγε η πλειονότητα των οπλιτών και των αξιωματικών. Εκεί, αφοπλίστηκαν από τους Τούρκους, ενώ ο Διοικητής Υποστράτηγος Ιωάννης Ζήσης αυτοκτόνησε. Αργότερα οι υπερασπιστές της Θράκης διέφυγαν στη Μέση Ανατολή.

Ἡ σημασία τῆς Μάχης τῶν Ὀχυρῶν

Ο πόλεμος στην Αλβανία και η Μάχη των Οχυρών είναι οι πρώτοι αγώνες που έδωσε ο Νέος Ελληνισμός για την προστασία των νέων ελληνικών χωρών, που με τον εθνοαπελευθερωτικό πόλεμο του 1912-1913 είχε ενσωματώσει στο ελεύθερο Ελληνικό Κράτος. Σε αυτούς τους πολέμους πολέμησαν με αυταπάρνηση και γεναιότητα οι νεοεγκατασταθέντες στη Μακεδονία και τη Θράκη και οι Ανατολικοί Ελληνικοί πληθυσμοί, οι οποίοι κατέφυγαν στην Ελλάδα με τη Μικρασιατική Καταστροφή.
Ἡ χωρίς ἐλπίδα νίκης Μάχη τῶν Ὀχυρῶν, δόθηκε ἐναντίον συντριπτικά ἰσχυροτέρων ἐχθρικῶν δυνάμεων καί ἐπαναλαμβάνει τή γνωστή ἀπό τήν ἀρχαία, μέση καί νεότερη ἑλληνική ἱστορία στάση τῶν Ἑλλήνων νά πολεμοῦν ἀνυποχώρητα καί μέ ὁποιεσδήποτε ἀντικειμενικές συνθῆκες. Ἤδη στήν κλασσική ἀρχαιότητα, οἱ μάχες τῶν Περσικῶν Πολέμων γέννησαν στούς ἱστορικούς, τούς ποιητές καί τούς φιλοσόφους τήν ἀπορία γιά τό τί εἶναι ἐκεῖνο πού ἐμψυχώνει ἕναν ἀσθενέστερο ἀντίπαλο νά ἀντισταθεῖ ἀπέναντι σέ ἕναν ἰσχυρό εἰσβολέα καί νά νικήσει. Πέρα ἀπό τίς ἑρμηνεῖες πού ἀποδίδουν τήν ὑπεροχή τῶν Ἑλλήνων σέ ὅρους πολιτικῆς διακυβέρνησης, ὁ Πλάτων ἔδωσε μία φιλοσοφική ἑρμηνεία κατά τήν ὁποία νομοτελειακά ὁ πολιτισμός θά κατανικήσει τόν βαρβαρισμό καί θά ἐπιβάλει τήν κοσμική τάξη. Ἡ ιδέα τῆς κατίσχυσης τοῦ πολιτισμοῦ πρός τόν βαρβαρισμό συνεχίζει ἔκτοτε νά συνοδεύει τούς ἀγώνες τοῦ Γένους καί νά τροφοδοτεῖ τό φρόνημά του. Ἡ χιλιόχρονη Βυζαντινή Αὐτοκρατορία θά ἀγωνισθεῖ μέ ἀνάλογο φρόνημα κατά του βαρβαρισμού πού προέρχεται ἀπό Ἀνατολή καί Δύση.
Ἀλλά καί ἡ ἀντικειμενική ἱστοριογραφία ἀποδέχεται ὅτι ἡ Μάχη τῶν Ὀχυρῶν ὑπῆρξε μοιραία γιά τίς τύχες τοῦ Δεύτερου Παγκόσμιου Πολέμου. Ἔχει ὑποστηριχθεῖ ἐπαναλειμμένα καί συζητεῖται συχνά ὅτι ἡ Ἰταλία δέν μποροῦσε νά κάνει τή σύμμαχό της Γερμανία νά κερδίσει τόν πόλεμο, μπόρεσε ὅμως νά κάνει νά τόν χάσει. Αὐτό, γιατί  ἡ ἀντίσταση τῶν Ἑλλήνων στά βουνά τῆς Ἀλβανίας καί στή γραμμή τῶν Ὀχυρῶν στήν Ἀνατολική Μακεδονία ὑποχρέωσε τούς Γερμανούς νά καθυστερήσουν τά σχέδια τῆς ἐκστρατείας τους πρός Ἀνατολάς κατά πέντε ἑβδομάδες, καθυστέρηση μοιραία γιά τήν ἐπιτυχία τῆς ἐκστρατείας τους καί τήν τελική ἔκβαση τοῦ πολέμου.






Πεσόντες κατά τη Μάχη του Οχυρού Νυμφαία

Δεκανεύς Κορώνης Γεώργιος του Δημητρίου, 23 χρονών από Ελληνόπυργο Καρδίτσης
Στρατιώτης Κιουλμπαξιώτης Εμμανουήλ του Κωνσταντίνου, 23 χρονών από Σκόπελο Μυτιλήνης
Στρατιώτης Μαλλιαράκης Ιωάννης του Γεωργίου, 24 χρονών από Αρχάνες Ηρακλείου Κρήτης
Στρατιώτης Τσικνάκης Γεώργιος του Θεοδώρου, 24 χρονών από Κουμάσα Ηρακλείου Κρήτης
Στρατιώτης Μπάφας Γεώργιος του Ιωάννου, 24 χρονών από Βαθύπεδο Ιωαννίνων
Στρατιώτης Πατίρης Ευστράτιος του Νικολάου, 23 χρονών από Πλακάτου Λέσβου
Στρατιώτης Καραγεωργίου Γεώργιος του Ιγνατίου, 24 χρονών από Σκαλοχώρι Λέσβου