Δευτέρα 28 Φεβρουαρίου 2011

Συνεχείς εξοπλισμοί και μόνιμος πόλεμος

Τίποτε δεν είναι πιο ενδεικτικό της αποτυχίας της Μεγάλης Αφήγησης του Διαφωτισμού από την απαρίθμηση των πολεμικών γεγονότων των δύο αιώνων που ακολούθησαν τον ευρωπαϊκό Διαφωτισμό. Ο 19ος και ο 20ος αιώνας σημαίνουν την παγκόσμια επικράτηση και εξάπλωση της Δύσης, που επιβάλλει το παγκόσμιο σύστημά της. Παράλληλα, τα πολεμικά γεγονότα των δύο τελευταίων αιώνων σημαίνουν την αλματώδη ανάπτυξη της δυτικής τεχνολογίας, που είναι και μία τεχνολογία αχαλίνωτων πολεμικών μέσων. Τα πολεμικά μέσα βασίζονται μετά τον 19ο αιώνα σε τεχνολογικές επινοήσεις, οι οποίες δίνουν αποφασιστικό πλεονέκτημα σε αυτόν που τις κατέχει. Μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο οι τεχνολογικές επινοήσεις στα πολεμικά μέσα παίρνουν φρενιτιώδη ρυθμό  και ίσως να δημιουργούν οι ίδιες την ανάγκη πολέμου. Επιβεβαιώνεται έτσι η εφιαλτική πρόβλεψη του George Orwell όπως διατυπώνεται με το σλογκαν “war is peace”.

Η σχέση της ανάπτυξης των πολεμικών μέσων με τις πολεμικές συγκρούσεις κατά τον 20ό αιώνα εξετάζεται σε άρθρο της «Διπλωματικής Μοντ» του Νοεμβρίου του 2010, από όπου και τα στοιχεία που αναφέρουμε.

Ο 20ός αιώνας χαρακτηρίζεται από εφιαλτικούς πολέμους. Συνολικά 140 πόλεμοι στη διάρκεια του αιώνα, εκ των οποίων δύο παγκόσμιοι και 15 περίπου που κόστισαν ο κάθε ένας πάνω από ένα εκατομμύριο ζωές. Μάλιστα, οι πόλεμοι φαίνεται να γίνονται συχνότεροι καθώς πλησιάζουμε στο τέλος του αιώνα, 25 από αυτούς έγιναν πριν το 1939 και 115 μετά το 1945. Αυτό ακολουθεί τη ραγδαία ανάπτυξη των πολεμικών μέσων και την εφεύρεση νέων όπλων.

Ο Ρωσο-Ιαπωνικός Πόλεμος το 1905 σήμανε για πρώτη φορά τη σύγκρουση δυνάμεων με παγκόσμια εμβέλεια, ενώ παράλληλα αποτελούσε και την πρώτη ήττα μιας αποικιακής ευρωπαϊκής δύναμης από μια χώρα της Ασίας. Αλλά η Ιαπωνία χρειάσθηκε να υιοθετήσει τη δυτική τεχνολογία για να αντιμετωπίσει τη Δύση, με αποτέλεσμα να μεταλλαχθεί πολιτισμικά.

Ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος έδωσε τον τεχνολογικό χαρακτήρα των σύγχρονων όπλων και δημιούργησε τις μορφές των στρατιωτικών-βιομηχανικών πλεγμάτων που συνεχίζουν σήμερα να βρίσκονται πίσω από τις συγκρούσεις. Κατά τη διάρκειά του τα όπλα άρχισαν να παράγονται μαζικά και βιομηχανικά. Στη διάρκειά του αναπτύχθηκαν τεχνολογίες πολεμικών μέσων που θα χαρακτηρίσουν τον υπόλοιπο αιώνα. Οι συγκρούσεις, που μέχρι τότε γινόταν στο έδαφος, επεκτάθηκαν και σε άλλες διαστάσεις, στον αέρα και στον υποβρύχιο χώρο. Παράλληλα, νέα όπλα και νέες δυνατότητες προστέθηκαν στα πολεμικά οπλοστάσια.Η αποτελεσματικότητα και η ισχύς των πολεμικών μέσων πολλαπλασιάσθηκαν, ενώ τα νέα μέσα κυριάρχησαν. Χαρακτηριστική είναι η παραγωγή 50.000 αεροπλάνων από τη Γαλλία, ενώ η Μεγάλη Βρετανία πρωτοστάτησε στην παραγωγή χημικών όπλων.

Κατά τον Μεσοπόλεμο, μία περίοδο που μπορεί να χαρακτηρισθεί ως διάλειμμα πριν τον καινούργιο πόλεμο, συνεχίσθηκε η δυναμική της έρευνας και παραγωγής νέων οπλικών μέσων. Το 1937 ο βομβαρδισμός των άμαχων πληθυσμών κατά τον Ισπανικό εμφύλιο πόλεμο καθιέρωσε μία πρακτική που κορυφώθηκε στον επόμενο πόλεμο: οι άμαχοι πληθυσμοί και οι πόλεις του αντιπάλου έγιναν πολεμικός στόχος ως βασικοί συντελεστές της ισχύος του. 

Κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο τα πολεμικά μέσα καθόρισαν σε μεγάλο βαθμό την έκβαση του πολέμου και πιθανόν να τον προξένησαν. Είναι χαρακτηριστική η γεωστρατηγική αντίληψη του Αδόλφου Χίτλερ, που πήρε τις μεγάλες αποφάσεις του κατά την περίοδο μέχρι το 1941, με κύριο επιχείρημα την συγκυριακή υπεροχή της Γερμανίας στους εξοπλισμούς. Υπεροχή, που ο Αδόλφος Χίτλερ υπολόγιζε να χάσει το 1942, όταν η βιομηχανική ισχύς των ΗΠΑ θα είχε κινητοποιηθεί. Και πάλι, όμως, όταν ήταν πλέον βέβαιο ότι ο πόλεμος είχε χαθεί για την Γερμανία, η ελπίδα σωτηρίας μέσω της ανάπτυξης τεχνολογικών νέων υπερόπλων ίσως εμπόδισε την αναζήτηση κάποιας πολιτικής λύσης.

Ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος ήταν και η αφορμή για την εμφάνιση πλήθους νέων όπλων: το ραντάρ, το αεριωθούμενο αεροπλάνο, τα αυτόματα όπλα, οι πύραυλοι, η ατομική βόμβα είναι μερικά από τα νέα επιτεύγματα της πολεμικής τεχνολογίας. Η κλιμάκωση της βιομηχανικής παραγωγής στην υπηρεσία των πολεμικών υπηρεσιών πήρε τερατώδεις διαστάσεις. Ολόκληρα έθνη τέθηκαν στην υπηρεσία της βιομηχανικής πολεμικής παραγωγής. Όλα τα διαθέσιμα μέσα επιστρατεύτηκαν σε προσπάθειες πρωτοφανούς κλίμακας. Κάθε μία από τη Μεγάλη Βρετανία, τη Γερμανία και την ΕΣΣΔ παρήγαγαν περί τα 100.000 αεροπλάνα. Αλλά η χώρα που παρήγαγε ασύλληπτες ποσότητες πολεμικών μέσων ήταν οι ΗΠΑ, των οποίων τα εργοστάσια παρήγαγαν 4.000.000 οχήματα, 320.000 αεροπλάνα και 220.000 άρματα μάχης. Οι αεροπορικοί βομβαρδισμοί έφθασαν σε πρωτοφανείς εντάσεις, με αποκορύφωμα τον πυρηνικό βομβαρδισμό δύο ιαπωνικών πόλεων από τις ΗΠΑ κατά το τέλος του πολέμου.

Ο μεταπολεμικός κόσμος θα ισορροπήσει στο χείλος της αμοιβαίας πυρηνικής καταστροφής. Είναι η εφιαλτική πραγμάτωση της ειρήνης μέσα από την αδυναμία κατίσχυσης επί του αντιπάλου, αφού η αμοιβαία καταστροφή είναι βέβαιη. Πρόκειται για την τεχνολογική κλιμάκωση προς όλο πιο καταστρεπτικά πυρηνικά μέσα καταστροφής. Οι δύο αντίπαλες παρατάξεις κατά τον Ψυχρό Πόλεμο κατασκεύασαν περί τα 50.000 πυρηνικά όπλα, αρκετά για να καταστρέψουν ολόκληρο τον πλανήτη αρκετές φορές. Πραγματοποιήθηκε ακόμη μία φορά ένα τεχνολογικό άλμα προς οπλικά συστήματα υψηλής τεχνολογίας. Παραδόξως, η ισορροπία του τρόμου γλίτωσε την Ευρώπη από μία ακόμη σύγκρουση, αλλά μετατόπισε τον πόλεμο στον Τρίτο Κόσμο. Η σύγκρουση του Ψυχρού Πολέμου στις χώρες του Τρίτου Κόσμου τις κατέστησε πεδία δοκιμής νέων πολεμικών μέσων. «Επαναστατικοί» πόλεμοι θα αντιμετωπισθούν με βομβαρδισμούς με «έξυπνα» όπλα και χημικές ουσίες.

Η ιδεολογική αναμέτρηση κατά τον Ψυχρό Πόλεμο και η αδυναμία θερμής σύγκρουσης κατέληξε σε τεχνολογικό ανταγωνισμό πρωτοφανούς κλίμακας και έφερε τον άνθρωπο  στη Σελήνη. Το οικονομικό κόστος της φαραωνικής προσπάθειας των ΗΠΑ στη Σελήνη, λίγο έλειψε να τις οδηγήσει σε ήττα, παρόμοια με αυτή στην οποία οδηγήθηκε η ΕΣΣΔ, μη μπορώντας να συμβιβάσει την οικονομία της με την εξοπλιστική προσπάθεια.

Την κατάρρευση της ΕΣΣΔ και το τέλος του Ψυχρού Πολέμου  ακολούθησε μια περίοδος χάους κατά την οποία οι πόλεμοι μεταξύ κρατών αντικαταστάθηκαν από εμφύλιους πολέμους. Εμφανίσθηκε η ιδέα του «Ανθρωπιστικού» πολέμου και το δόγμα του «Προληπτικού» πολέμου, το δόγμα των «χειρουργικών» κτυπημάτων και το δόγμα του πολέμου «χωρίς απώλειες», από την πλευρά των νικητών βέβαια. Οι νέες μορφές και τα μέσα πολέμου απαιτούν ακόμη ένα τεχνολογικό άλμα που περιλαμβάνει τη χρήση όπλων τρόμου κατά των πληθυσμών: ειδικού τύπου βομβαρδισμοί, δορυφορικά συστήματα, ηλεκτρονικό πόλεμο, μη επανδρωμένα αεροπορικά μέσα, τηλεχειριζόμενα οπλικά συστήματα και πλήθος άλλων μέσων με φουτουριστικά χαρακτηριστικά.

Το οικονομικό κόστος των σύγχρονων όπλων είναι πια τεράστιο. Τα δέκα πρώτα κράτη στην παγκόσμια κατάταξη του κόστους εξοπλισμών δαπανούν το 75% του συνολικού ποσού που δαπανάται για εξοπλισμούς σε ολόκληρο τον κόσμο. Οι ΗΠΑ, αναγκασμένες να συντηρούν τεράστιες δυνάμεις παρά τη δημοσιονομική τους κάμψη, δαπανούν το 50% της συνολικής παγκόσμιας δαπάνης εξοπλισμού. Οι εξοπλισμοί προορίζονται πλέον για τους πλούσιους. Ένα μόνο βομβαρδιστικό Β2 υπερβαίνει σε κόστος τους στρατιωτικούς προϋπολογισμούς 122 χωρών. Οι φτωχοί του πλανήτη καταφεύγουν σε φθηνές και ευφυείς λύσεις, που συχνά είναι και πολύ αποτελεσματικές, όπως π.χ. οι πολεμιστές οι ζωσμένοι με εκρηκτικά. Παρά την κολοσσιαία υπεροχή των σύγχρονων τεχνολογικών όπλων, αυτά μπορεί να αποδειχθούν ανεπαρκή μπροστά σε λαούς που διαθέτουν ηρωισμό, αυτοθυσία και θέληση για επιβίωση.

Σε κάθε περίπτωση, εκτός από τις ανθρώπινες απώλειες και το ανθρώπινο κόστος,  το οικονομικό κόστος των σύγχρονων συγκρούσεων είναι τέτοιο, που αποστερεί την ανθρωπότητα ολόκληρη από την προοπτική μιας καλύτερης ζωής.

Παρασκευή 11 Φεβρουαρίου 2011

Αστικοί Εφιάλτες



Μπροστά στα γιγαντιαία μποτιλιαρίσματα μήκους εκατοντάδων χιλιομέτρων και στην απόλυτη μόλυνση του ατμοσφαιρικού περιβάλλοντος οι πανικόβλητες αρχές του Πεκίνου αναγκάστηκαν να πάρουν μέτρα, όχι για να καθαρίσουν το περιβάλλον, ούτε για να αποφύγουν τη συμφόρηση, αλλά απλώς να μη γίνουν τα πράγματα ακόμη χειρότερα. Ήδη στα πέντε περίπου εκατομμύρια αυτοκινήτων του Πεκίνου  έχουν προστεθεί μέσα σε τρεις μήνες άλλες 300.000.  Τα νέα αυτοκίνητα πωλούνται σε διπλάσιο αριθμό και ρυθμούς απ΄ ότι πριν μερικούς μήνες. Οι πελάτες κατακλύζουν τις εκθέσεις αυτοκινήτων και είναι πρόθυμοι να πληρώσουν επιπλέον, ώστε να εξασφαλίσουν το αντικείμενο των ονείρων τους. Ωστόσο, μπροστά στο αδιέξοδο, η κυβέρνηση επέβαλε κάποιο είδος κλήρωσης στην παράδοση των αυτοκινήτων και περιόρισε δραστικά τον αριθμό τους, ώστε το 2011 να παραδοθούν στην κυκλοφορία του Πεκίνου μόνο τα μισά από τις 800.000 αυτοκινήτων που παραδόθηκαν το 2010. Επιπλέον, άδειες για νέα αυτοκίνητα χορηγούνται μόνον σε όσους έχουν πληρώσει φόρους και κοινωνική ασφάλιση στο Πεκίνο για περισσότερο από πέντε συνεχή χρόνια. Αλλά και τα αυτοκίνητα που φέρουν πινακίδες από άλλες περιοχές της Κίνας εκτός Πεκίνου απαγορεύτηκε να εισέρχονται στην πόλη κατά τις ώρες της αιχμής.  Το Πεκίνο ανταγωνίζεται την πόλη του Μεξικού για τον τίτλο της πιο μολυσμένης, αλλά και της πιο πνιγμένης από αυτοκίνητα πόλης του κόσμου.

Φαίνεται ότι και οι υπόλοιπες μεγαλουπόλεις της Κίνας όπως η Σαγκάη, το Κουάνγκτζου, το Σέντσεν και το Χάντσου θα ακολουθήσουν με ανάλογα μέτρα, όπως π.χ. το να υποχρεώσουν τους πολίτες να διαθέτουν χώρο στάθμευσης ως προϋπόθεση για αγορά αυτοκινήτου. Τα αυτοκίνητα απειλούν να καταλάβουν όλο το διαθέσιμο χώρο στους δρόμους, που κατασκευάζονται με ρυθμούς που αδυνατούν να ικανοποιήσουν τις ανάγκες χώρου στάθμευσης για νέα αυτοκίνητα.

Ανάλογα διαβάζουμε και σε ανταποκρίσεις από την Τεχεράνη. Για μέρες, τα προσεγγίζοντα την Τεχεράνη αεροσκάφη δεν είχαν καμία ορατότητα, αφού η μόλυνση ήταν τόση, ώστε το δημοτικό συμβούλιο της πόλης χαρακτήρισε την πόλη ως την πιο μολυσμένη του κόσμου. Μετά από αρκετές χιλιάδες θύματα, από τις ευπαθείς ομάδες πληθυσμού, ο πρόεδρος Μαχμούτ Αχμαντινεζάντ έθεσε σε απαγόρευση κυκλοφορίας τα μισά από τα αυτοκίνητα της Τεχεράνης, έκλεισε τα σχολεία και πήρε μέτρα καθαρισμού του αέρα. Ωστόσο, παρά το ότι η κατάσταση ελάχιστα βελτιώθηκε, τα παράπονα από τους ισχυρούς εμπόρους του παζαριού και τους καταστηματάρχες του κέντρου υποχρέωσαν τον Αχμαντινεζάντ να αποσύρει τα μέτρα. Ο ίδιος ισχυρίζεται ότι είναι αποφασισμένος να αντιμετωπίσει το πρόβλημα. Λίγοι τον πιστεύουν. Η αντιμετώπιση του προβλήματος επιβάλλει ριζικά μέτρα, αφού η Τεχεράνη, μια πόλη με 15 εκατομμύρια κατοίκους, έχει την πολεοδομική μορφή μικρού οικισμού με ένα παζάρι στο κέντρο. Ήδη το παζάρι της Τεχεράνης έχει πάρει τερατώδη μορφή και διαστάσεις, ενώ όλα τα αυτοκίνητα είναι υποχρεωμένα να κατευθύνονται προς αυτό.

Η ανάπτυξη των μεγαλουπόλεων του πρώην Τρίτου Κόσμου ακολουθεί  τα άναρχα πρότυπα που είναι γνώριμα από την εμφάνιση του αυτοκινήτου στις ΗΠΑ πριν ένα αιώνα. Οι πόλεις της Δύσης στις ΗΠΑ αναπτύχθηκαν με γνώμονα τη χρήση του αυτοκινήτου. Σε τέτοιες πόλεις ξεφυτρώνουν παντού ασύμμετρες και τυχαίες συνοικίες που καταλαμβάνουν κάθε διαθέσιμο χώρο. Εκεί οι περιοχές κατοικίας, γεμάτες άχρωμους κάθετους μεταξύ τους δρόμους, διαχωρίζονται από τις εμπορικές περιοχές όπου κυριαρχούν γιγαντιαία κτήρια. Οι περιοχές εργασίες βρίσκονται μακριά και είναι προσπελάσιμες με αυτοκίνητο, το οποίο είναι και το κύριο στοιχείο λειτουργικότητας  στους σχεδιασμούς αυτούς. Τίποτε δεν είναι προσιτό με τα πόδια. Εργασία, ψυχαγωγία, εκπαίδευση, αγορές απαιτούν τη χρήση αυτοκινήτου και μάλιστα με τέτοιο τρόπο, ώστε να αποκλείεται ο αποτελεσματικός σχεδιασμός δημόσιας συγκοινωνίας. Το αυτοκίνητο δεν είναι μόνο ένα στοιχείο του αστικού περιβάλλοντος, αλλά αίτιο και συντελεστής. Η κυκλοφορία οχημάτων στα αστικά αυτά περιβάλλοντα εξακολουθεί να αυξάνει με  ρυθμούς που υπερβαίνουν την αύξηση του πληθυσμού. Τα αυτοκίνητα, οι χώροι στάθμευσης και οι δρόμοι επεκτείνονται με ρυθμούς που εκμηδενίζουν τα άτομα, αν και το σύστημα βασίζεται στην ατομική ικανοποίηση και την υποτιθέμενη απελευθέρωση που χαρίζει ατομικά ένα αυτοκίνητο. Κάθε όχημα απαιτεί επτά θέσεις κατάλληλες για να μετακινείται, να παρκάρει και να παραμένει χρήσιμο μεταξύ εργασίας, κατοικίας ψυχαγωγίας και επίσκεψη στην αγορά. Ο χώρος βρίσκεται πάντα υπό πίεση. Περισσότεροι δρόμοι δημιουργούν περισσότερη κίνηση. Το μισό περίπου της συνολικής επιφάνειας των πόλεων στις ΗΠΑ καταλαμβάνεται από δρόμους και χώρους στάθμευσης (για το Λος Άντζελες τα αυτοκίνητα απαιτούν το 65% της επιφάνειας της πόλης). Τώρα πλέον τα αυτοκίνητα απαιτούν περισσότερο χώρο απ΄ ότι η κατοικία. Αλλά και οι προϋπολογισμοί μεταβάλλονται αναλόγως. Το 1/5 της οικογενειακής δαπάνης καταναλώνεται από τα αυτοκίνητα.

Το μοντέλο αυτό ακολουθείται πιστά και από τους νεοφώτιστους καταναλωτές της Ασίας. Κανείς δεν φαίνεται να συνειδητοποιεί ότι το μοντέλο στηρίζεται στην επισφαλή τιμή του πετρελαίου και σε αποθέματα που θα βρεθούν σε κρίση σε μερικά χρόνια. Όμως το πιο σημαντικό είναι ότι κανείς δεν ανησυχεί για την αύξηση των εκπομπών του διοξειδίου του άνθρακα σε παγκόσμια κλίμακα. Πράγμα που καθιστά αναπόφευκτο η μορφή της ανάπτυξης στην οποία προσβλέπουν τα εκατομμύρια των νέων αστικών πληθυσμών στην Κίνα και στις Ινδίες. 

Οι υπολογισμοί λοιπόν για περιορισμό στην αύξηση του διοξειδίου του άνθρακα και την αποφυγή της υπερθέρμανσης του πλανήτη τινάζονται στον αέρα με τρόπο που δεν αφήνει κανένα περιθώριο για κάποια διορθωτική δράση.

Δευτέρα 7 Φεβρουαρίου 2011

Οικολογία και προσδοκίες για ανάκαμψη


Ενώ ακόμη βρισκόμαστε σε συνθήκες μεγάλης οικονομικής κρίσης, η γερμανική οικονομία φιλοδοξεί να είναι η πρώτη σημαντική οικονομία που θα ανακάμψει. Πρόκειται για ανάκαμψη που στηρίζεται στις εξαγωγές και έχει ως αποτέλεσμα την παραγωγή θέσεων εργασίας και την εντατικοποίηση της παραγωγής. Παρά τις αμφιβολίες και τη γενική απαισιοδοξία που γεννούν η υψηλή ανεργία και η πτώση των αμοιβών, η γενική εντύπωση είναι ότι η Γερμανία δημιουργεί τις προοπτικές για ανάκαμψη, έξοδο από την ύφεση και σταθερή ανάπτυξη. Και βέβαια αυτό είναι το ζητούμενο. Παρ΄ όλο που το αίτημα της μείωσης των εκπομπών διοξείδιου του άνθρακα είναι επιτακτικό, η αναμενόμενη ανάκαμψη θεωρείται ως αυτοσκοπός. Κανείς δεν λαμβάνει υπ΄ όψη τις οικολογικές διαστάσεις αυτού που πρόκειται να συμβεί. Έτσι, δεν φαίνεται να υπάρχει αξιόπιστη εναλλακτική οικονομική πρόταση εξόδου από την κρίση, αλλά ακόμη και αν υπάρχει, η δυναμική των πραγμάτων δεν της δίνει πιθανότητα επιτυχίας. 

Οι ΗΠΑ προσπαθούν να ισορροπήσουν την ισοτιμία του δολαρίου προς το κινέζικο γιουάν, ώστε να κατορθώσουν να αυξήσουν τις εξαγωγές τους προς την Κίνα πραγματοποιώντας το άλμα που θα τις απαλλάξει από την υψηλή ανεργία. Είναι γεγονός ότι τα επιχειρηματικά κέρδη στις ΗΠΑ έχουν ανακάμψει σε επίπεδα ανώτερα της εποχής πριν την κρίση. Ωστόσο, τα εκατομμύρια των ανέργων συνεχίζουν να τροφοδοτούν την αμφιβολία που κάνει την οικονομία των ΗΠΑ να κινείται στο χείλος του γκρεμού. Παράλληλα, η Ιαπωνία προσπαθεί να αναχαιτίσει την άνοδο του γιεν, ώστε η στάσιμη οικονομία της να βρεθεί σε τροχιά ανάπτυξης που θα στηρίξει η αύξηση των εξαγωγών. Το όνειρο της ραγδαίας ανάπτυξης των εξαγωγών βρίσκεται στις σκέψεις των σχεδιαστών που είναι υπεύθυνοι για τις οικονομικές κατευθύνσεις σε όλο τον κόσμο. Πρόκειται με άλλα λόγια για το γνώριμο ζήτημα της επέκτασης των αγορών, οι οποίες είναι αναγκαίες για κάθε πειστική προοπτική ανάπτυξης.

Παρά την αναταραχή και την κρίση στην Ευρωζώνη οι Γερμανοί βρίσκονται και πάλι πίσω από τις γραμμές παραγωγής και εργάζονται με ρυθμούς και αποδόσεις που δεν έχουν εμφανισθεί μετά την πτώση του τείχους του Βερολίνου. Εκείνο που τροφοδοτεί τις γερμανικές γραμμές παραγωγής είναι οι εξαγωγές προς την Κίνα, η οποία ήδη κατέλαβε τη θέση της υπ΄ αριθμόν ένα αγοράς για τα αξιόπιστα μηχανήματα που παράγουν οι φίλεργοι και τελειομανείς Γερμανοί βιομήχανοι και εργάτες. Χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι το 2010 η Volkswagen εξήγαγε στην Κίνα πέντε φορές περισσότερα αυτοκίνητα από αυτά που παράγουν τα εργοστάσιά της για την αγορά των ΗΠΑ. Παράλληλα, παρά το ότι σε απόλυτα μεγέθη οι ΗΠΑ πραγματοποιούν μεγαλύτερες εξαγωγές προς την Κίνα, οι γερμανικές εξαγωγές είναι τριπλάσιες αν οι αριθμοί κατανεμηθούν αναλογικά ως προς το μέγεθος των πληθυσμών και των οικονομιών.

Τα υψηλής ποιότητας προϊόντα που παράγουν οι Γερμανοί κατασκευαστές απολαμβάνουν την αποδοχή των νεοφώτιστων καταναλωτών της Κίνας. Παρά την επιθυμία των Κινέζων να απομιμούνται και να αντιγράφουν τα δυτικά προϊόντα οι γερμανικές εταιρείες εξάγουν προς την Κίνα μεγαλύτερες ποσότητες ποιοτικών ειδών από τις αντίστοιχες που παράγει η κινέζικη βιομηχανία. Ακόμη, παρά το ότι το ισοζύγιο πληρωμών Γερμανίας – Κίνας είναι εις βάρος των Γερμανών, το αρνητικό υπόλοιπο δεν συγκρίνεται με τα αντίστοιχα μεγέθη από το ισοζύγιο πληρωμών ΗΠΑ – Κίνας.

Το βέβαιο είναι ότι μέσα στην απογοήτευση και την ανησυχία κανείς δεν ασχολείται με τις ευκαιρίες και τις δυνατότητες που ενδέχεται να προσφέρει η οικονομική συρρίκνωση όσον αφορά τα οικολογικά αιτήματα. Δεν γίνεται καμία συζήτηση για την εδραίωση ενός μέτρου μεταξύ οικολογικής καταστροφής και αλόγιστης ανάπτυξης. Η οικονομική κρίση έφερε στην επιφάνεια τις τάσεις που ενδέχεται να είναι μοιραίες για την οικολογική ισορροπία σε ολόκληρο τον πλανήτη. Εκτός από την μόνιμη απαίτηση και επιδίωξη των δυτικών οικονομιών για απεριόριστη και μη αειφόρο  ανάπτυξη ήδη έχει προστεθεί και η διεκδίκηση των νέων οικονομιών της Νοτιοανατολικής Ασίας και Λατινικής Αμερικής για ανάπτυξη με πρότυπα το δυτικό μοντέλο. Η τάση αυτή παίρνει μέρα με τη μέρα απρόβλεπτη δυναμική και διαπλέκει τις αναπτυσσόμενες οικονομίες με οικονομίες του τέως Τρίτου Κόσμου. Χαρακτηριστική είναι η συνεργασία της Κίνας με τη Βραζιλία για την κατασκευή υποδομής στη Βραζιλία, ώστε να γίνει δυνατή η οικονομική συνεργασία των δύο μεγάλων αυτών χωρών. Οι υπό κατασκευήν αναπτύξεις έχουν τεράστια κλίμακα και ιδιαίτερα καταστρεπτικά οικολογικά αποτελέσματα. Κατασκευάζεται στην ακτή της Βραζιλίας προς τον Ατλαντικό τεράστιο βιομηχανικό συγκρότημα με γιγαντιαίες αποβάθρες δίπλα στο τροπικό δάσος του Αμαζονίου. Πρόκειται για το μεγαλύτερο βιομηχανικό λιμάνι του κόσμου, αλλά παράλληλα και για τη μεγαλύτερη πύλη προς τους φυσικούς πόρους της γιγαντιαίας Βραζιλίας. Σχεδιάζονται φορτηγά πλοία δυναμικότητας εκατοντάδων χιλιάδων τόνων, τα οποία θα ταξιδεύουν σε ευρύ θαλάσσιο δρόμο προς Ανατολάς, ώστε να ικανοποιούν την ακατάσχετη δίψα της Κίνας για μεταλλεύματα, πετρέλαια, σιτάρι, ξύλο και πλήθος προϊόντων της μελλοντικής βιομηχανίας της Βραζιλίας.

Πέρα από τα στρατηγικά και οικονομικά ενδιαφέροντα η κατάσταση που φαίνεται να διαμορφώνεται σημαίνει την πλήρη και ριζική ανατροπή της ήδη κλονισμένης και παραπαίουσας παγκόσμιας οικολογικής ισορροπίας, με ό,τι  μπορεί αυτό να σημαίνει για το παρόν και το μέλλον όλων μας. Αυτό θα μπορούσαμε να το περιμένουμε. Είναι φανερό ότι το οικολογικό πρόβλημα συναρτάται απολύτως με τη μεταφυσική στάση του ανθρώπου, τη γενικότερη κοσμοαντίληψη που χαρακτηρίζει κάθε πολιτισμό. Το οικολογικό πρόβλημα είναι κατά βάση πρόβλημα πολιτισμικό. Εφ’ όσον οι πολιτισμικές προϋποθέσεις δεν μεταβάλλονται ριζικά δεν είναι δυνατόν να περιμένουμε αλλαγή σε ό,τι δημιουργεί και συντηρεί το οικολογικό ζήτημα.